Η ΜΑΜΗ ΤΗΣ ΣΚΟΠΕΛΟΥ - ΓΑΡΥΦΑΛΛΙΑ ΓΥΛΟΥ
Η ΜΑΝΟΥ ΤΟ ΓΑΡΟΥΦΟΥΛΑΚΙ
Η Μαμή.
<<δεν ήμουν έξυπνη, ούτε καπάτσα, οι δυσκολίες της ζωής με έκαναν!>>
Η Γαρυφαλλιά Γύλου έφερε στη ζωή 4017 παιδιά όμως η μοίρα της στέρησε τους δύο γιούς απο τους τρεις και τον σύζυγό της. Σε ηλικία 27 ετών μένει χήρα αφού πρώτα είχε χάσει τον τρίτο κατά σειρά γιό της Κωστή σε βρεφική ηλικία. Η απώλεια του συζύγου της υπήρξε καθοριστική για την μετέπειτα πορεία της στη ζωή. Η Γαρυφαλλιά σφίγγει τα δόντια, σπουδάζει και επιστρέφει στο νησί ως μαία όπου αρχικά βρίσκεται αντιμέτωπη με τη δυσπιστία. Τα χτυπήματα της μοίρας όμως δεν σταματούν ο δευτερος κατά σειρά γιός της, ο Νίκος χάνεται στο Αντάρτικο για πάντα. Τραγική φιγούρα, που δεν ξεπέρασε ποτέ τον χαμό του. Ως ανταμοιβή ο Θεός ευλόγησε τα χέρια της να δίνουν πνοή και πράγματι κανένα παιδί δεν χάθηκε ποτέ απο δική της αιτία.
Η οικογένεια…..
Σε ηλικία 13 ετών, γνωρίζει τον μέλλοντα σύζυγό της, τον Δήμο Φραντζέσκο. Ο ίδιος επισκεπτόταν συχνά την οικία της για να διδαχτεί λαούτο απο τον πατέρα της αφού ήταν δεξιοτέχνης λαουτιέρης. Τα βέλη του έρωτα χτύπησαν τις καρδιές τους. Οι ανάγκες όμως της εποχής έστειλαν τον Δήμο στην Αμερική για να εργαστεί, είχε μεγάλο πάθος μαζί της και δεν μπορούσε να την ξεχάσει. Της στέλνει συχνά δώρα και κοσμήματα. Σε ένα απο τα γράμματά του την κάλεσε να πάει κοντά του για να τελεστεί εκεί το ιερό μυστήριο του γάμου. Εκείνα τα χρόνια λοιπόν, που δεν υπήρχαν ψυχολόγοι, οι καλύτεροι συμβουλάτορες ήταν οι γείτονες. Ήταν αυτοί στους οποίους οι άνθρωποι έλεγαν τα βάσανα, τα προβλήματα τους και την χαρά τους. Έτρεξε στον καρδιακό φίλο και γείτονα της και ζήτησε την γνώμη του για να λάβει την αστεία αλλά σοφή απάντησή του <<δεν ήξερα πως η γίδα πάει στον τράγο!>> . Η Γαρυφαλλιά παντρεύτηκε τον εκλεκτό της καρδιάς της και απέκτησε τρεις γιούς τον Γιώργο, τον Νίκο και τον Κωστή. Η μοίρα όμως θέλησε να της στερήσει τον τρίτο της γιό τον Κωστάκη σε βρεφική ηλικία απο βρογχοπνευμονία ενώ στα 27 χρόνια της μένει χήρα αφού χάνει και τον αγαπημένο της σύζυγο απο τύφο.
Ο δρόμος για την Αθήνα…...
Κλινική Λούρου στην Αθήνα |
Τελειώνοντας η μεγάλη χηρεία των τριών ετών, όπου η γυναίκα δεν έβγαινε απο το σπίτι ούτε για την εκκλησία, την επισκέφτηκε ο γιατρός Μαργαρίτης Δροσούλης και την ρώτησε αν είχε σκοπό να ξαναπαντρευτεί, αυτή του απέκλεισε το ενδεχόμενο να βάλει στο σπίτι της έναν πατριό που θα κακοποιεί τα παιδιά της. Ωραία, της απάντησε αυτός και συνέχισε λεγοντάς της οτι θα την στείλει στην Αθήνα στην Μαιευτική Γυναικολογική “Κλινική του Λούρου”, επισημαίνοντας της οτι μια μαία έλειπε και χρειαζόταν στο νησί.
Οι σπουδές…
Μαίες απο την Κλινική Λούρου |
Η Γαρυφαλλιά ωθούμενη απο τον γιατρό που εκτιμούσε βαθύτατα αλλά και απο την απόφαση της να μην νυμφευθεί ξανά, άκουσε την συμβουλή του και πήρε τον δρόμο για την πρωτεύουσα. Στην πόλη την φιλοξενούσε μια συγγενική οικογένεια. Κοιμόταν πάνω σε ένα σεντούκι και έτρωγε όπως η ίδια έλεγε πολλές φορές τα υπολείμματα απο τις τροφές των λεχώνων. Δεν ήταν εύκολη η ζωή στην Αθήνα. Το μυαλό της θόλωνε συχνά, σκεφτόταν τα παιδιά της που είχε αφήσει στους γονείς και τις αδερφές της. Η μετακίνηση δεν ήταν εύκολη για να επισκέπτεται το νησί. Στην συχνή αλληλογραφία που διατηρούσε με τον γιατρό Μαργαρίτη, του έλεγε ότι δεν αντέχει άλλο, θα τρελαθεί και οτι επιθυμούσε να γυρίσει πίσω, ο ίδιος όμως της απαντούσε περισσότερο για να την αφυπνίσει, οτι αν γυρίσει πίσω δίχως να ολοκληρώσει τις σπουδές της, η κοινωνία της Σκοπέλου θα σχηματίσει γι αυτήν την λάθος εντύπωση οτι η διαμονή της στην Αθήνα ήταν απλώς αφορμή για να διασκεδάσει και να γλεντήσει. Αυτά τα λόγια του γιατρού την πείσμωναν και της έδιναν δύναμη. Στην σχολή φορούσε τα ευρωπαϊκά ρούχα και το σκουφάκι της μαίας, όταν όμως ήταν εκτός σχολής φορούσε πάντα την μαύρη φουστάνα και το μαντήλι στα μαλλιά της. Ο καθηγητής της, έλεγε κατά την διάρκεια του μαθήματος του: <<όλες θα τελειώσετε και θα επιστρέψετε στις πατρίδες σας, όλες σας φοβάμαι, την “Φραντζέσκα” όμως οχι γιατί είναι πολλή έξυπνη>>.
Η μαία της Σκοπέλου……..
Μαιευτικά Εργαλεία |
Η Γαρυφαλλιά μετά απο πολύ κόπο, χρόνο και δυσκολίες μακριά απο τα παιδιά της κατάφερε τελικά έπειτα απο οκτώ χρόνια να επιστρέψει με το πτυχίο της μαίας στο νησί. Αρχικά δεν ήταν αποδεκτή και αντιμετώπισε μεγάλη δυσπιστία ώσπου να καταξιωθεί στον χώρο. Το πάλεψε πολύ, η ίδια έλεγε στην νύφη της <<δεν ήμουν έξυπνη ούτε καπάτσα, η ζωή με έκανε να είμαι>>. Η πρώτη της γέννα σύμφωνα με τον κατάλογο που διατηρούσε έγινε το 1929. Σίγα σιγά ο κόσμος την εμπιστεύτηκε και η <<μανού το Γαρουφουλακι>>, ήταν περιζήτητη. Πήγαιναν μαζί με τον γιατρό Μαργαρίτη αυτός με το φανάρι και αυτή με το βαλιτσάκι που περιείχε ένα χωνί, ακουστικά, ένα ρολόι και τις κουτάλες εμβρυουλκίας. Εώς το 1969 ξεγέννησε 4017 παιδιά και δεν "χάλασε" ούτε έχασε κανένα, ακολουθώντας έτσι την συμβουλή που της είχε δώσει ένας καθηγητή της στην σχολή. Το όνομα "μανού" της το χάρισε ο γιατρός Μαργαρίτης.
Αστεία περιστατικά απο αφηγήσεις της…..
- Γεννούσε μια γυναίκα και έλεγε: <<Στάθ’ κράτα μ’ το χέρ’>> αυτός όμως καβούρντιζε τη ρισφακιά και τη μύριζε και έτσι ζαλισμένος που ήταν δεν έπαιρνε χαμπάρι. Αφού το είπε η χριστιανή καμιά 10αριά φορές του λέω: << βρε Στάθ’ δώσ’τς το ζωνάρ’ να ησυχάσουμε>>, πράγματι της έδωσε το ζωνάρι και απο το πολύ τράβηγμα κόπηκε και έπεσαν τα παντελόνια του.
- Κατά τη διάρκεια ενός τοκετού ο άντρας της γυναίκας που γεννούσε μου έκανε συνέχεια ματιές, καθόταν απέναντι και μου έκλεινε πονηρά το μάτι, <<μπα σε καλό σ’, δεν ντρέπεσαι λ'γάκ' >> έλεγα απο μέσα μου. Όταν τέλειωσε ο τοκετός και πήγα στον Μαργαρίτη του είπα: << βρε ξέρ’ς τι έπαθα ξεγεννούσα τον επίτοκο και αυτός μου ΄κανε ματιές όλη την ώρα >> και αυτός μου απάντησε << βρε ζώον έχει τικ>>.
- Γυρίζα με τον γιατρό απο μια γέννα. Είχε χιονίσει και φορούσα τις κοντούρες, ο Μαργαρίτης που ήταν λίγο φοβιτσιάρης, κρατούσε τον φανό. Περνώντας μπροστά απο έναν σταύλο, γκάριξε ο γάιδαρος και ο Μαργαρίτης απο την τρομάρα του εξαφανίστηκε με το φως, εγώ δεν έβλεπα και γκρεμίστηκα και χαθήκανε μέσα στο χιόνι οι κουντούρες, <<αρέ να μη σώσεις! Έχασα τα πασούμια>> του είπα, <<πάψε μανού και εγώ έχασα την λάμπα!>> .
- Άλλη μια φορά ξεγεννούσα μια τσιγγάνα, όλα πήγαν καλά και έκανε κοριτσάκι, ο πατέρας του παιδιού έκλαιγε, <<τι κλαις αρέ>> τον ρώτησα, <<έκαμε κορίτσ' μανού>> μου είπε και εγώ του απάντησα <<εεε καλά, μην τσ’ δίνεις αυτό το τσαντίρ’ δώσ’ τς τ’ άλλο!>>
Η προστάτης των φτωχών…..
άγνωστη γυναίκα |
Η μανού η Γαρυφαλλιά έχοντας περάσει η ίδια πολύ δύσκολα στη ζωή της, τώρα που μπορούσε να βγάζει τα προς το ζήν, βοηθούσε πάντα τους ανθρώπους που είχαν ανάγκη. Απο τους τσιγγάνους δεν έπαιρνε ποτέ ανταμοιβή ούτε απο τους φτωχους. Γνώριζε καλά την κοινωνία και όταν γεννιόταν ένα παιδί απο φτωχική οικογένεια πήγαινε στους πλούσιους και έλεγε <<δώσε>>, δεν ζητούσε, απαιτούσε. Δεν ζητούσε αμοιβή για τις υπηρεσίες της, ο καθένας της έδινε σε είδος ο,τι μπορούσε, άλλος ένα σακί αλεύρι, άλλος ένα φόρτωμα ξύλα, άλλος σιτάρι κ.α. Αργότερα απο τους <<άρχοντες του τόπου>>, όπως η ίδια τους αποκαλούσε εισέπραττε και καμιά λίρα. Δεν θέλησε ποτέ να “χαλάσει” παιδί γιαυτό φρόντιζε η ίδια παρόλο που φοβόταν πολύ την θάλασσα να συνοδεύει τα μωρά που δεν μπορούσαν να τα μεγαλώσουν οι μητέρες τους στον Βόλο για να δωθούν για υιοθεσία ή για να τα αφήσει σε κάποιο ίδρυμα. Τα ξεγεννούσε, τα έπαιρνε αποβραδίς στο σπίτι και το πρωί τα συνόδευε με το καϊκι στον προορισμό τους. Όταν την ρωτούσε ο γιός της τι συμβαίνει, του απαντούσε <<τη δ’λειά σ’ , εσύ δεν είδες και δεν άκουσες τίποτα>>. Ήταν πάντα εχέμυθη μέχρι το τέλος της ζωής της και η ίδια έλεγε χαρακτηριστικά : <<τα μυστικά μου θα τα πάρω μαζί στον τάφο μου>>. Με την οικονομία της κατάφερε και αγόρασε κτήματα και σπίτια για το παιδί της και τα εγγόνια της. Το κτήμα στα Ανανιά ήταν το “περιβόλι” της είχε δαμασκηνιές, αμπέλι και έφτιαχνε το κρασί της, το πετιμέζι της.
Η κυρά μας η μαμή…….
Η "μανού" ήταν παντού παρούσα! Την καλούσαν για να κάνει ενέσεις να βάζει βεντούζες να επουλώνει τράυματα με την κεραλοιφή της. Με τα “ματζούνια” δεν ασχολήθηκε ποτέ, ούτε έκανε προβλέψεις για το φύλλο του μωρού, ούτε ξεμάτιαζε. Η ίδια επειδή είχε σπουδάσει δεν παραδεχόταν τίποτα περισσότερο απο την ιατρική. Την “Μανού” όμως την καλούσαν και στις βαπτίσεις για να ξεντύσει το μωρό και να το προετοιμάσει για την κολυμπήθρα, την καλούσαν επίσης στα κολυμπίδια, την φώναζαν οι νοικοκυρές για να τους δείξει πως θα φτιάξουν τα χαμαλιά και άλλα πολλά με τα οποία καταπιανόταν. Όλα τα γνώριζε ακόμη και να ντύνει τις κοπέλες με τα “καλά” τα φ’στάνια. Στο “τσεμπέρωμα” δεν πιανόταν, χαρακτηριστικά σε μια ταινία με τον Αλέκο Αλεξανδρακή, που είχε γυριστεί στην Σκόπελο και παρουσιάστηκαν κοπέλες ντυμένες με την τοπική ενδυμασία έλεγε: <<ξέρεις τι τράβηξα για να τις τσ’μπερώσω!>> . Ένα ακόμα περιστατικό διαδραματίστηκε κατά την επίσκεψή της στο Μουσείο “Μπενάκη”, παρατηρώντας τα εκθέματα είδε μια κούκλα με την νυφική φορεσιά της Σκοπέλου, γούρλωσε τα μάτια και είπε: <<απα πα! Τι κεφάλ’ είναι αυτό, αξιοθρήνητο!>> και χωρίς να διστάσει σήκωσε τα μανίκια της και άρχισε να φτιάχνει τον κεφαλόδεσμο στον οποίο είχε μεγάλο ταλέντο.
Η συνεργασία με τους γιατρούς της Σκοπέλου…...
Ο Μαργαρίτης της στάθηκε και την “έσωσε” απο την φτώχεια και τη δυστυχία, πέθανε όμως νωρίς σε ηλικία μόλις 58 ετών απο καρδιά. Έπειτα συνεργάστηκε με τον Σταμάτη Αστεριάδη με τον οποίο επίσης είχε πολλή καλή σχέση, είχε όμως αλλάξει ο νόμος και ο τοκετός έπρεπε να γίνεται απο γιατρό, η ίδια όμως ήταν πάντα παρούσα δίνοντας τις απαραίτητες συμβουλές της και τις γνώσεις της που είχε αποκτήσει ύστερα απο όλα αυτά τα χρόνια εμπειρίας. Επίσης συνεργάστηκε με τον γιατρό Βλουχάκη αλλά και τον Κισκίρα και τέλος τον νέο τότε Νίκο Ζαχαριάδη. Η “μανού” όμως όταν το καλούσε η ανάγκη επισκεπτόταν και την Γλώσσα. Φορούσε την μαντίλα της, έπαιρνε το βαλιτσάκι της και ανέβαινε στο μουλάρι για να περάσει το “Αλούπι” έπειτα το “Διακόπι” μετά τον δρόμο απο την πάνω “Αγία Παρασκευή” για να καταλήξει στον προορισμό της μετά απο 3 ώρες δρόμο. Όσο όμως εξελίσσονταν η επιστήμη, εξελίσσονταν και η κοινωνία και κάτα την δεκαετία του 1960 ιδρύθηκε ο “Υγειονομικός Σταθμός” της Σκόπελου τότε οι γυναίκες επέλεγαν εκεί να φέρνουν στην ζωή τα παιδιά τους αλλά και στον Βόλο.
Το τρίτο χτύπημα της μοίρας…….
Παρόλο που τα χέρια της έδιναν ζωή, η μοίρα της επιφύλαξε και άλλη μια σκληρή απώλεια. Ο γιος της ο Νίκος, που ήταν “φαρμακοτρίφτης” έφυγε προς το τέλος της δεκαετίας του 30' για το Αντάρτικο και δεν επέστρεψε πίσω. Αυτόν τον τελευταίο χαμό δεν μπόρεσε να τον ξεπεράσει ποτέ. Πάντα του Αγίου Νικολάου, έφτιαχνε χαμαλιά και κερνούσε μολονότι γνώριζε καλά ότι ο γιος της δεν βρίσκεται στη ζωή. Άνοιγε το ραδιόφωνο και καθόταν με τις ώρες να ακούει τις ειδήσεις απο τον Ερυθρό Σταυρό μήπως μάθει νέα του. Τραγική φιγούρα η “Μανού” άφηνε τους πάντες να την εκμεταλλευτούν προκειμένου να κρατήσει την ελπίδα της ζωντανή. Πολλοί επιτήδειοι απο το εξωτερικό την επισκέπτονταν και της έλεγαν ότι συνάντησαν τον γιό της στην Αμερική ή στην Βουλγαρία ή στην Ρωσία και ότι έχει κάνει οικογένεια και είναι καλά. Αυτή απο την χαρά της για τα ευχάριστα νέα τους φίλευε ότι πιο πολύτιμο είχε πιάτα, χρυσαφικά, αντικείμενα αξίας. Με αυτόν τον τρόπο κρατούσε την φλόγα του γιου της αναμμένη .
Ο διακαής πόθος για εγγόνια……..
Ο μοναδικός γιος της είχε παντρευτεί αλλά δεν μπορούσε να αποκτήσει παιδιά. Στην γειτονιά σχολίαζαν το γεγονός ενώ δεν έλειπαν και οι “σπόντες”. Κάποτε έφτιαξε η ίδια δύο σκαμνάκια με τα χέρια της για να τα τοποθετήσει στο εξοχικό οίκημα που κατείχε στην αγροτική περιοχή Ανανιά, η γειτόνισσα την είδε και της είπε : <<αρή Γαρουφουλλιώ, τι τα θες τα σκαμνιά για τα εγγόνια σ’>>. Τα χρόνια περνούσαν και ο γιος της χώρισε και ξαναπαντρεύτηκε χαρίζοντας της στα 76 της χρόνια αυτό που ποθούσε περισσότερο δύο εγγόνια ένα αγόρι τον Δήμο και ένα κορίτσι. Η νύφη της τιμής ένεκεν την άφησε να ξεγεννήσει η ίδια τα εγγόνια της. Η γέννα του Δήμου ήταν δύσκολη καθώς το μωρό είχε τυλιχτεί με τον λώρο άλλα η πείρα της δεν λάθευε, η νύφη της την εμπιστευόταν απόλυτα.
Το δε κορίτσι πήρε το δικό της όνομα με την σύμφωνη γνώμη και επιμονή και της συμπεθέρας της αλλά και της νύφης της με την οποία απέκτησαν πολύ καλή και στενή σχέση. Για τα εγγόνια της ήταν η <<καλή η γιαγιά>>, που τους έκανε όλα τα χατίρια. Ο πόνος όμως για τον χαμένο της γιο τον Νίκο δεν έσβηνε, η εγγονή της η Γαρυφαλλιά θυμάται χαρακτηριστικά:<<Θυμάμαι που ήμουν μικρή και η γιαγιά με κρατούσε στα πόδια της και με χόρευε. Είχε τότε γίνει γνωστό σε όλο το νησί οτι ένα γράμμα είχε φτάσει στην οικογένεια που έμενε δίπλα απο το σπίτι της και ήταν απο τον γιό τους που είχε χαθεί στο Αντάρτικο για να τους ενημέρωσει οτι ήταν καλά. Η καρδιά της γιαγιάς μαύρισε και εκεί που με χόρευε έλεγε: “δεν ζει ο Νίκος μου, Γαρυφαλλιά αν ζούσε το παιδί μου θα μου έστελνε γράμμα με το περιστέρι!”>>
Η τελευταία γέννα της “μανούς” καταγράφεται το 1969 και ήταν κορίτσι, έλαβε δε χώρα στην γειτονιά της Παναγίας Ελευθερώτριας αφού η γυναίκα δεν πρόλαβε να ταξιδέψει για τον Βόλο και γέννησε στο σπίτι της αδερφής της. Το 2009 ο Δήμος Σκοπέλου τίμησε τους “Γιατρούς της Σκοπέλου” και την ίδια, απονέμοντας στους συγγενείς της, την νύφη της δηλαδή την οποία είχε σαν κόρη, έναν τιμητικό τίτλο και ένα αντίγραφο νομίσματος της αρχαίας Πεπαρήθου.
Η “μανού το Γαρουφουλακι” έκλεισε τα μάτια της τον Αύγουστο του 1974 αφήνοντας στην ανθρωπότητα 4017 παιδιά. Ξεκίνησε για το “μεγάλο” ταξίδι που θα την οδηγούσε σε αυτό που πάντα ποθούσε στο αντάμωμα με τους γιούς της και τον άνδρα της εκεί κάπου στον Παράδεισο που μια λαμπρή θέση έγραφε το όνομά της.
Σύνταξη – Επιμέλεια: Σπυριδούλα Μπετσάνη
Θερμά ευχαριστώ στην Γαρυφαλλιά Φραντζέσκου Καράδη και τον Δήμο Φραντζέσκο για την θερμή φιλοξενία και τις απο καρδιάς εξομολογήσεις.
Φωτογραφικό Υλικό: Αρχείο Γαρυφαλλιάς Φραντζέσκου Καράδη και Δήμου Φραντζέσκου, ΓΝΑ Αλεξάνδρα, Iatrikionline.gr, Eromiosini.gr, Αρχείο Τάκη Τλούπα, Αρχείο Φορεσιάς Σκοπέλου.
Σκόπελος 10/2021
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου